Η Ψυχοθεραπεία και ακόμη περισσότερο η Συμβουλευτική, είναι σχετικά νέοι επιστημονικοί κλάδοι με ιστορία περίπου 100 και 50 χρόνων αντίστοιχα.
Συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία μοιάζουν ως προς το γεγονός ότι και οι δύο κλάδοι διατρέχονται από κοινές θεωρητικές προσεγγίσεις και έχουν αρκετές συνάφειες σε επίπεδο τεχνικών. Από την άλλη μεριά, διαφέρουν ως προς το ότι η συμβουλευτική είναι συνήθως συντομότερη και το αίτημα του εξυπηρετούμενου περιορίζεται στην αντιμετώπιση αρκετά συγκεκριμένων προβλημάτων χωρίς να πηγαίνει σε βάθος. Επίσης είθισται να παρέχουμε υπηρεσίες συμβουλευτικής και σε μη κλινικούς πληθυσμούς, ενώ η ψυχοθεραπεία έχει συνδεθεί περισσότερο με το ιατροκεντρικό μοντέλο και την αντιμετώπιση σοβαρότερων ψυχοπαθολογικών διαταραχών.
Τόσο η συμβουλευτική όσο και η ψυχοθεραπεία είναι δραστηριότητες που εμπλέκουν ένα ή περισσότερα πρόσωπα που αντιμετωπίζουν κάποιες ψυχολογικές δυσκολίες σε μια ιδιαίτερη επαγγελματική σχέση και συζήτηση με έναν ειδικά καταρτισμένο επαγγελματία όπου στόχος είναι να βοηθηθούν οι πρώτοι να διαχειριστούν αποτελεσματικότερα ή και να ξεπεράσουν, τις δυσκολίες τους.
Αν θεωρήσουμε ότι η οικογένεια είναι ένα σύστημα, η θεραπεία απευθύνεται στην ουσία σε όλη την οικογένεια.
Η ψυχολογική υποστήριξη στα παιδιά στοχεύει στην ανακούφιση συμπτωμάτων άγχους, στη διαχείριση θυμού, λύπης, στην ενίσχυση της αυτοεικόνας και την βελτίωση της χαμηλής αυτοπεποίθησης, στην ενίσχυση των κοινωνικών σχέσεων, και στην επίλυση προσωπικών προβλημάτων με αποτελεσματικούς τρόπους.
Οι θεραπευτές συμπεριφοράς στηρίζονται στην άποψη ότι τα ανεπιθύμητα συναισθήματα και οι συμπεριφορές πηγάζουν από συγκεκριμένους τρόπους σκέψης.
Αν για παράδειγμα ένα παιδί υποφέρει από άγχος, αυτό μπορεί να συμβαίνει επειδή έχει επέλθει μια επώδυνη αλλαγή στη ζωή της οικογένειας, επειδή οι ίδιοι οι γονείς είναι ιδιαίτερα αγχώδεις ή ακόμη επειδή το παιδί δε μπορεί να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του σχολικού περιβάλλοντος.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, ο ψυχολόγος παίρνει ένα λεπτομερές ιστορικό από τους γονείς και προτείνει ένα αντίστοιχο θεραπευτικό σχήμα.
Το κάθε άτομο αναλόγως την ηλικία που βρίσκετε και το αναπτυξιακό του στάδιο μπορεί να μάθει να αναδομεί τη σκέψη του ώστε να οδηγείται σε λιγότερο δυσλειτουργικές αντιδράσεις. Ο αρχικός προσανατολισμός της θεραπείας συμπεριφοράς στηριζόταν στη μαθησιακή διαδικασία και ως εκ τούτο στόχος ήταν να χρησιμοποιήσει τρόπους της κλασικής εξαρτημένης και της συντελεστικής μάθησης προκειμένου να μάθουν τα παιδιά και οι έφηβοι καινούργιες, πιο αποδεκτές και λειτουργικά συμπεριφορές και να τις υιοθετήσουν.
Η καλή συνεργασία με τους γονείς είναι το κλειδί για την ομαλή έκβαση της θεραπείας των παιδιών.